Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2019

Η αρπαγή της σαγήνης



Jean Baudrillard
Η εκλειπτική του σεξ
Μετάφραση:  Νικόλας Χριστάκης
Εκδόσεις Futura

Η σκηνή της γοητείας θα είναι πάντα η σκηνή της αποπλάνησης, της εκτροπής μας στον τόπο του Αλλου. Μια εκτροπή που αντιστρέφει τις μορφές και διασαλεύει όλα τα σημεία. Είναι αυτός ο εκθηλυσμός του παιγνιδιού. Η θηλυκότητα ως «η αρχή της αβεβαιότητας», για τον Baudrillard, ως η αποπλάνηση του αρσενικού, η αποπλάνηση όλων των δυνατών ταυτοτήτων. Αυτή άλλωστε είναι και η συνθήκη της θηλυκής σεξουαλικότητας, το ότι δεν αναγνωρίζεται σε καμιά αλήθεια, σε καμιά δομική ταυτότητα, αλλά σ' αυτή μόνο την «κυριαρχία της αποπλάνησης»· εδώ και το υπερβολικό νόημα του τραβεστί. Αν το θηλυκό για τον Baudrillard έχει κάποια αλήθεια, αυτή δεν βρίσκεται στην καθαρότητα της γραφής του, όπως επιζητούσε ο φεμινιστικός λόγος, αλλά σ' αυτή την παρενδυτικότητά του. Γοητευμένο έτσι το ερωτικό υποκείμενο, υπονομεύει τη στατικότητά του, αποξηλώνεται σταδιακά απ' όλες τις μορφικές του καθηλώσεις και διατίθεται εξ ολοκλήρου στη σκηνή του άλλου. «Το αρχικό έγκλημα θα 'ναι πάντα η γοητεία».
Στην «Εκλειπτική του σεξ», ο Baudrillard σκέφτεται πάνω σ' αυτό το φαινομενικά παράδοξο σχήμα της απόσυρσης του πόθου μέσα στο περιβάλλον της απελευθέρωσής του. Ενώ εδώ και δεκαετίες πολλαπλασιάζεται ο σεξουαλικός λόγος και επιδεινώνονται οι εκδηλώσεις του, στην πραγματικότητα αυτό που εκλείπει είναι η ίδια η σεξουαλική ηδονή. Ο Baudrillard μάλιστα φτάνει στο σημείο να την αναγνωρίζει στα όρια αυτής της ολικής απώλειάς της. Με τη σεξουαλική απελευθέρωση, η ηδονή επιδεινώθηκε τόσο που ξέφυγε από τις διαστάσεις του σαρκικού πόθου. Εγινε περισσότερο η δυνητικότητα της ηδονής παρά η δυνατότητά της. Είναι αυτή η θηλυκοποίηση που θα πορνογραφήσει τον κόσμο στον ορίζοντα της ολικής του διαθεσιμότητας, αυτής της εμβληματικής του έκχυσης.
Η πορνογραφία είναι γένους θηλυκού, γι' αυτό και η καταφυγή σ' αυτή του αρσενικού. Είναι η ακραία αρσενική φαντασίωση της διάνοιξης του κόσμου. Η ψυχαναγκαστική διάρρηξη αυτού του ίδιου του πραγματικού, η εκτεχνίκευσή του. Στο πορνό δεν υπάρχει ο ορίζοντας του πόθου. Υπάρχει μόνο η θεαματικότητα των σωμάτων, η εκπραγμάτισή τους. Το ερωτικό βλέμμα όμως δεν ανήκει στην κατηγορία του ορατού, αλλά στην κατηγορία της κρυπτωνυμίας, στο σύμπαν των αποκρύψεων. Ο άλλος είναι το μυστικό του, ένα αδιάθετο σύμπαν που διασαλεύει το σύμπαν των δικών μου νοημάτων. Ο άλλος δεν είναι ποτέ εξ ολοκλήρου ορατός, είναι ορατό το μυστικό του, αυτή η απόκοσμη λάμψη του. Ο πόθος έτσι δεν εγγράφεται στην προσέγγιση, αλλά στον ηλεκτρισμό της απόστασης, στα διασταυρούμενα μηνύματα, σ' αυτό το ταχυδρομείο του βλέμματος. Στην πορνογραφία, όπου οι αποστάσεις καταλύονται, τα υποκείμενα δεν είναι διαθέσιμα, δεν εκκινούν, δεν συνευρίσκονται, συγχρωτίζονται μόνο. Μια ολική εκδραμάτιση που θα γίνει αυτή η «απομάγευση του κόσμου» (Ρ. Virilio). Η πραγματοποίηση της επιθυμίας μέσα στην ηδονή στερεί από την επιθυμία τον πραγματικό της ορίζοντα, αυτή τη σαγήνη του φαντασιακού. Η μιντιακή καταγραφή, η πολιτική γεγονοτολογία, ο ψευδονατουραλισμός της σύγχρονης τέχνης, η γενικευμένη εμπορευματοποίηση, όλα μαζί πλέον υπερθεματίζουν σ' αυτή την αντικειμενοποίηση των σχέσεων, στην ειρωνική αποκάλυψη ενός εκπραγματισμένου ορίζοντα, εν τέλει σ' αυτό το game over του παιχνιδιού.
Η πορνογραφία εγγράφεται για τον Baudrillard σ' αυτή την πεπρωμένη ανατομία του Φρόιντ, επικεντρωμένη στο αντρικό σώμα, στον φαλλό, και διαθλασμένη στο γυναικείο. Πού να 'ναι άραγε αυτό το σημείο G; Το πορνογραφικό σώμα είναι το σώμα που έχει αναθέσει έτσι την πυρετική του έξαψη στη διαμεσολάβηση του τεχνικού του εξιμπισιονισμού. Στον ορίζοντα αυτής της τεχνικότητας, το παιχνίδι δεν γίνεται μεταξύ των ταυτοτήτων, στο πεδίο δηλαδή της διαφοράς, αλλά στην υπερβολή των σημείων. Ο άλλος εκθέτει πάνω του όλα τα κουμπιά των ερεθισμών μου. Μια «φουσκωτή» ύπαρξη, όπως οι κούκλες των sex shops, που αναλαμβάνουν αδιάφορα κάθε φορά το ρόλο τους.
Η σύγχυση μεταξύ ερωτικής και σεξουαλικής χειρονομίας είναι αυτή που επέβαλε την πορνογραφική σκέψη. Το ερωτικό συμβάν είναι το αδιανόητο ενός οργασμικού «Εμείς». Ένα «Εμείς», αδύνατο για τον Lacan, που εγγράφει όμως το ερωτικό υποκείμενο στον ορίζοντα του «Εσύ», στη σκηνή της απεύθυνσής του. Ο έρωτας δεν είναι έτσι η μηχανικότητα μιας σωματικής κίνησης όσο αυτή η ολική απώλεια του συνειδητού. Ο Άλλος αποδομεί το «Εγώ» μου, τον πυρήνα όλων των δυνατοτήτων μου. Το πρόβλημα του Άλλου, με αυτό το κεφαλαίο Α της ετερότητάς του, είναι αυτό το πραγματικό που μου εγείρει η ίδια η ερωτική μου πραγματικότητα, η ουδέποτε επαληθεύσιμη και μηδέποτε αντικειμενοποιήσιμη. Μια χειρονομία που θα ανθίσταται πάντοτε στην ταυτοποίησή της, στον θετικισμό της κάθε διαλεκτικής. Η σεξουαλικοποίηση έτσι δεν είναι παρά αυτή η αντικειμενοποίηση του έρωτα, η εκπραγμάτισή του, αυτό το μηδενικό του ίχνος. Και είναι γι' αυτόν τον λόγο που στερεί από το ερωτικό υποκείμενο την ύπαρξή του, την υπαρκτική του διακινδύνευση μπροστά στην έλξη του Άλλου, που το καθιστά εντέλει μια ανεκπλήρωτη ύπαρξη, εγκαταλειμμένη στη συνείδησή της, όταν η γλώσσα θα 'ναι πάντα και μόνον αυτό: η γλώσσα του Άλλου.

Πρώτη δημοσίευση: Ελευθεροτυπία / Βιβλιοθήκη, Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2011

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου