Νέλσον Γκούντμαν
Γλώσσες της τέχνης
Μετάφραση Π. Βλαγκόπουλος
Εκδόσεις Εκκρεμές
Οι «Γλώσσες της τέχνης» του
Νέλσον Γκούντμαν είναι ένα κείμενο αναφοράς στο χώρο της αναλυτικής φιλοσοφίας
και σίγουρα το ευαγγέλιο της αναλυτικής αισθητικής. Και από την άλλη, ένα
βιβλίο που ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων για την κλινική προσέγγιση που επιφύλαξε
στο έργο τέχνης. Η θέση του Γκούντμαν, ότι τα έργα είναι σύμβολα «εντελώς
χώρια από τις πράξεις, τις πεποιθήσεις ή τα κίνητρα των δημιουργών τους»,
ακούγεται ιδιαίτερα αυστηρή σε μια εποχή, όπως η δική μας, όπου επικρατεί ο
σχετικισμός κι η ιστορικότητα. Η τέχνη για τον Γκούντμαν δεν είναι παρά ένα «συμβολικό
σύστημα» που μπορεί να συγκριθεί με τα αντίστοιχα συστήματα της φιλοσοφίας,
ή της επιστήμης, και μάλιστα αυτή η σύγκριση να μην μας δίνει και πολύ «ουσιώδεις
διαφορές». Ήδη από την εισαγωγή του βιβλίου του προειδοποιεί ότι έρχεται να
επιτεθεί στις εδραιωμένες πεποιθήσεις μας για την τέχνη, «σε αυτό το απόθεμα
αρχαίων λαθών». Μέσα από τη «γενική θεωρία των συμβόλων» του,
έρχεται να διερευνήσει το ζήτημα της αναπαράστασης, συνδέοντας το με το γεγονός
της καταδήλωσης. Η εικόνα που αναπαριστά
ένα αντικείμενο δεν κάνει τίποτε άλλο από το να το καταδηλώνει, υποστηρίζει. Η
αναπαράσταση έχει να κάνει με την ερμηνεία του αντικειμένου, είναι μια
εννοιολογική εργασία που ελάχιστη σχέση έχει με την όραση. Ο Γκούντμαν
προσυπογράφει το ότι «δεν υπάρχει αθώα ματιά» (Gombrich). Και αυτό γιατί δεν υπάρχει και
μια αθώα πραγματικότητα. Υπάρχει η κατασκευή του πραγματικού, η χρήση κι η
κατάχρηση των συμβόλων του. Οι πίνακες για τον συγγραφέα είναι σύμβολα που
χρειάζονται ανάγνωση, που χρειάζεται να γνωρίζουμε την ερμηνεία τους. Η
αναπαράσταση παύει να είναι μια παθητική παρουσίαση και γίνεται μια λειτουργία
επιλογής και ταξινόμησης στοιχείων. Η κατασκευή έτσι του κόσμου συμμετέχει στη
κατασκευή της απεικόνισής του, μέσα από μια ενεργητική συμπαρουσίαση, από ένα
νέο σχεσιακό γεγονός. Ο ρεαλισμός έτσι ενός έργου είναι σχετικός, δεν έχει να
κάνει πλέον με την ομοιότητα, αλλά με το πολιτισμικό πρότυπο μιας εποχής ή ενός
ατόμου. Οι αναπαραστατικές εκδοχές διαφέρουν μέσα στην ιστορία και δεν
εξαρτώνται από τη μίμηση ή την ψευδαίσθηση αλλά από την «ενστάλαξη». Από
μια σχέση που δεν είναι αυτή του αντικειμένου και της απεικόνισης του, αλλά
αυτή του πρότυπου και του χρησιμοποιούμενου συστήματος αναπαράστασης. Ένα
πλαίσιο που ο Γκούντμαν το διερευνά και στο επίπεδο της έκφρασης. Ένα
χαμογελαστό πρόσωπο μπορεί να εκφράζει και θλίψη υποστηρίζει, παραπέμποντας στο
πολιτισμικό περιβάλλον του Ιαπωνικού κινηματογράφου. Οι σχέσεις που αναπτύσσουν
η αναπαράσταση και η έκφραση σε καμία περίπτωση δεν είναι απόλυτες και
οικουμενικές, είναι όμως και οι δύο περιπτώσεις καταδήλωσης.
Η αισθητική θέση του Γκούντμαν είναι πέρα από τα αισθητικά και
διαισθητικά δεδομένα και ακόμη πιο πέρα από τις μεταφυσικές προσεγγίσεις. Η
αυθεντικότητα και η πλαστότητα του έργου διερευνώνται έτσι μέσα από την επίγνωση
του γεγονότος, μέσα απ’ την πληροφορία της πλαστότητας καθώς αυτή μας ανοίγει
πλέον νέες οπτικές εμπειρίες. Η διχοτομία επίσης ανάμεσα στο νοητικό χαρακτήρα
της επιστήμης και στο συναισθηματικό χαρακτήρα της αισθητικής είναι κάτι που
υποβαθμίζει τη τέχνη σε απλό υποκατάστατο της ζωής, στερώντας της έτσι την
άμεση επαφή της με την πραγματικότητα. «Τα έργα του Μοντριάν ή του Βέμπερν
δεν είναι εμφανώς περισσότερο συναισθηματικά από τους νόμους του Νεύτωνα
ή του Αϊνστάιν», υποστηρίζει ο Γκούντμαν. Στην αισθητική εμπειρία το
συναίσθημα έχει την τάση να αντιστρέφεται, να λειτουργεί γνωσιακά, και αυτό,
σύμφωνα με το συγγραφέα, σε καμία περίπτωση δεν συνιστά απογύμνωση της
αισθητικής εμπειρίας ή αδυνάτισμα του συναισθήματος αλλά αντίθετα έχουμε τον
εμπλουτισμό του με τη νόηση.
Κύριο μέλημα του Γκούντμαν είναι η διάκριση των εμπειριών σε αισθητικές
και μη. Μία διάκριση καθόλου εύκολη, το αισθητικό κριτήριο πάντα διαφεύγει. Γι
αυτό και ο Γκούντμαν επικεντρώνεται στα αισθητικά συμπτώματα, που κύριο
χαρακτηριστικό τους είναι η προσήλωση στο σύμβολο, στην υλικότητα και τη μορφή
του συμβόλου, δηλαδή στην πραγματικότητα του ανάφορου. Η τέχνη έτσι δεν είναι η
μεταφυσική όψη του κόσμου, αλλά ούτε και η «αλήθεια» του. Ο τρόπος της θα είναι
πάντα ο τρόπος του κόσμου δηλαδή το παιγνίδισμα των συμβόλων. «Τα σκυλιά
γαβγίζουν γιατί είναι σκυλιά», λέει ο Γκούντμαν, «οι άνθρωποι
συμβολίζουν γιατί είναι άνθρωποι. Τα σκυλιά συνεχίζουν να γαβγίζουν και οι
άνθρωποι συνεχίζουν να συμβολίζουν, ακόμη και όταν δεν υφίσταται πρακτική
ανάγκη, απλώς και μόνο επειδή αδυνατούν να σταματήσουν και επειδή αυτό έχει
πολύ πλάκα.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου