Pierre Rey
Συναντήσεις με τον Λακάν
Μετάφραση: Γιώτα Κακαρούκα
Εκδόσεις Κέδρος
Ένα κενό που ζητούσε να κατονομαστεί, σ’ αυτές τις στιγμές
με τον Λακάν, στο κύκλο των συναντήσεων τους, όπου το ένα τσιγάρο ερχόταν μετά
το άλλο, κι οι σιωπές, οι σιωπές οι δικές του κι οι σιωπές του Λακάν, δεν ήξερε
ποιες ήταν οι πιο οδυνηρές. «Νόμιζα ότι
είχα βρει την άκρη του νήματος. Αναζητούσα την επιδοκιμασία του. Αρκούνταν σ'
ένα χαμόγελο». Αντιστεκόταν, επένδυε στη διακοπή των συναντήσεων, επέστρεφε
πάλι σ' αυτό το ήσυχο, αντικριστό βλέμμα, στο βλέμμα του Άλλου, που ’ναι πάντα
εκεί, ακόμη κι όταν «κανείς δεν
απολαμβάνει για μένα, δεν υποφέρει για μένα, δεν πεθαίνει για μένα». Οι
συνεδρίες προχωρούσαν, εγγράφονταν στον κύκλο του καθημερινού: «ερωτευόμουν και εργαζόμουν όπως όλος ο
κόσμος, και υπήρχε κι ο Λακάν». Λέξεις που διέγραφαν τον κύκλο τους, λέξεις
μόνο, επεισόδια λέξεων, λεχθέντα, αυτό είναι η ψυχανάλυση, τίποτε άλλο. «Με τον Λακάν έμαθα να κατονομάζω τα πράγματα»,
θα πει ο Ρέι, «να μην οπισθοχωρώ ποτέ
μπροστά σε μια λέξη. Μη φοβούμενος πλέον τις λέξεις, πώς θα μπορούσα να φοβάμαι
τα πράγματα». Και πάλι όμως οι αμφιβολίες, αυτή η αξεπέραστη δυσκολία με το
Πραγματικό: «Το χειρότερο είναι ότι
επιβιώνουμε», για να ακουστούν λίγο πιο κάτω, λίγο πριν από το τέλος του
βιβλίου, αυτές οι φωτεινές λέξεις της Ντολτό: «Κι αν επιβιώσουμε, αυτό
είναι κάτι». Σ' αυτόν τον άνισο κύκλο των λέξεων ο Ρέι θα αποφασίσει κάποια
στιγμή να αφήσει τον Λακάν. «Κοιταζόμασταν
στην τελευταία συνεδρία για πολλή ώρα.
Δεν είχα τίποτε άλλο να πω. Ο Λακάν μου έσφιξε το χέρι. Η πόρτα έκλεισε. Δεν θα
τον έβλεπα ποτέ ξανά».
Πρώτη δημοσίευση: Ελευθεροτυπία / Βιβλιοθήκη, 21.8.2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου