Τρίτη 21 Αυγούστου 2018

Ενοράσεις του αισθητού


Αμπού Μπακρ Ιμπν Τουφάυλ
Ο δρόμος του Λόγου 
(Χάυυ Ιμπν Γιακζά ή Τα μυστικά της φιλοσοφίας της ανατολής)
Μετάφραση: Παύλος Καλλιγάς
Εκδόσεις Εκκρεμές

Abū Bakr Ibn Tufayl, Άραβας, ανδαλουσιανός φιλόσοφος του 12ου αιώνα, μέντορας του περίφημου Αβερρόη, γράφει μέσα σε μια πλούσια και πολυποίκιλη παράδοση. Ο Αβικένας, ο Ιμπν Μπάτζα, ο Φαράμπι, ο Αβερρόης, σημαντικοί Άραβες φιλόσοφοι, κι ερμηνευτές του Αριστοτέλη, που θα διαμορφώσουν ένα γόνιμο περιβάλλον για έναν καταλυτικό στοχασμό που θα διαυγάσει τη νόηση με το φως του μυστικιστικού λόγου. Μια γραμματεία συντελείται εδώ, ένα αποθησαύρισμα μνήμης, ένα ημερολόγιο διανοίξεων. Ο Ιμπν Τουφάυλ αναγνωρίζει τον εαυτό του μέσα σ’ αυτή την εργασία της κειμενοποίησης του κόσμου, ίδιον αυτή του μεταφυσικού τύπου. Αντιλαμβάνεται την αποστολή του μέσα στο καθεστώς μιας κλήτευσης, μιας έλξης που του ασκεί το ήδη κατατεθειμένο ίχνος. Ένα ίχνος που το επανεπικυρώνει μέσα στον λόγο του και μ’ ένα τρόπο οργανικό και διόλου αναφορικό. Η γενεαλογική αυτή σχέση επικυρώνει και επικαιροποιεί συνεχώς την αλήθειά της μέσα στο λόγο του Άλλου. Μια παράδοση που καινοποιείται στις ενεστωτικές της εκφορές κι αναβιώσεις. Και με τις υπογραφές της να πληθαίνουν διαρκώς, η μια πάνω στην άλλη. Ένα εκτεθειμένο παλίμψηστο εγγραφών. Ανέπαφο και διαγραμμένο. Η πρόσληψή του κι η διάσχισή του. Ο λόγος μόνο, που διαπνέει εποχές και κείμενα. Και όπου διασκορπίζεται εκεί και συλλέγεται μυστικά. Είναι ο τρόπος του κληρονομημένου λόγου να διασώζεται, στην αλύσωση των αντιγραφών του και στο περιθώριο τους να κατατίθεται μια νέα πνοή, μια μελλοντική αποθησαύριση. Ο Ιμπν Τουφάυλ αναγνωρίζει αυτό το διπλό χρέος. Τα πρόσωπα της διήγησής του ήταν καθιερωμένα ήδη στο έργο του Αβικένα, κι άλλων προγενέστερών του, που όμως εδώ τα οικειοποιείται μοναδικά, στο ίχνος της δικής του γραφής. Το ίδιο και η φόρμα του έργου του, που έρχεται από το ελληνιστικό μυθιστόρημα, αλλά είναι εδώ που αναλαμβάνει έναν ισχυρό θεολογικό ορίζοντα. Παραμένει έτσι ένας γνήσιος κληρονόμος. Πιστός στις αναφορές του και άπιστος στις γραφές.
   Η πρόκληση της αφήγησης της ιστορίας του Χάυυ Ιμπν Γιακζάν διεγείρει την μνήμη του Ιμπν Τουφάυλ. Τον διανοίγει σ’ έναν γλωσσικό ορίζοντα ενθυμήσεων κι αναφορών. Και πάλιν αυτός να βρίσκεται πέραν της γλώσσας, εκεί όπου η γλώσσα αδυνατεί να περιγράψει την εμπειρία, σε «μιαν άλλη τάξη του όντος», σε μια εκστατική κατάσταση που εκθέτει όμως τη μαρτυρία της. Η συνείδηση του βρίσκεται στο περιβόλι μιας υλικότητας που εγκαταλείπεται. Στην εκστατική του αυτή καθήλωση, οι εκλάμψεις αντικατοπτρίζουν, πάνω του και γύρω του, ένα άλλο περιβάλλον εικόνων και νοημάτων που αδυνατεί να περιγράψει: «Δεν μπορώ να βρω μιαν έκφραση γι’ αυτό, ούτε στην κοινή γλώσσα, ούτε στην εξειδικευμένη ορολογία». Βρίσκεται πλέον μπροστά στο ακατανόμαστο, στη διάνοιξη της γλώσσας, που ’ναι και το κατώφλι της εξόδου του στη Νύχτα, που για τον Ιμπν Τουφάυλ βέβαια δεν είναι τίποτε άλλο αυτή η Νύχτα απ’ τη Νύχτα Εκείνου. Κυριευμένος απ’ αυτή τη φωνή εξέρχεται στην ερημιά του ονόματός Του. Σε μια πληθωρικότητα πρωτόγνωρων εκστατικών εμπειριών και προοδευτικών μετατοπίσεων «όπου οι παροδικές εκλάμψεις μετατρέπονται σε οικειότητα, και η σπίθα σε φλόγα διαυγής». Μια Νύχτα βέβαια «υπερβολικά λαμπρή για να συμβεί στον φυσικό κόσμο» και που δεν είναι τίποτε άλλο από «μια άλλη αντιληπτική λειτουργία», μιαν άλλη ορατότητα, όχι των οφθαλμών αλλά του βλέμματος.
   Ο Δρόμος του λόγου (Χάυυ Ιμπν Γιακζάν ή Τα μυστικά της φιλοσοφίας της Ανατολής), είναι ένα μεταιχμιακό έργο, ένα φιλοσοφικό μυθογράφημα, όπως υποτιτλίζεται και στην ελληνική του έκδοση, που διαπραγματεύεται αφηρημένες ιδέες, συντάσσοντας, εν τέλει, μια μεταφυσική κατασκευή. Μια διήγηση για ένα παιδί, τον Ιμπν Γιακζάν, που εγκαταλείπεται απ’ την μητέρα του κι ανατρέφεται από μια ελαφίνα σ’ ένα εύκρατο νησί. Μεγαλώνει, παρατηρώντας, μέσα στη μοναξιά του είδους του, τον κόσμο που τον περιβάλλει. Η μυθολογική του διήγηση εξελίσσεται σε μια φυσική ιστορία. Οι παρατηρήσεις του πάνω στα έμψυχα και στα άψυχα σώματα, στα φυτά και στα πετρώματα, στο νερό και στον αέρα, συνθέτουν και μαρτυρούν μιαν αριστοτελική διήγηση αλλά κι επίδραση. Οι παρατηρήσεις του τον οδηγούν γρήγορα στο συμπέρασμα ότι ο αισθητηριακός κόσμος εξαρτάται από ένα υπεραισθητό Ον κι οι μορφές του διαπλάθονται απ’ αυτή τη μυστική καταγωγή. Από τη Δημιουργία στρέφεται έτσι στο Δημιουργό μέχρι που «η καρδιά του απορροφήθηκε από τη σκέψη Εκείνου». Το ενδιαφέρον του δεν θα ’ναι πια στα πράγματα αλλά στο ίχνος του Θεού μέσα σ’ αυτά. Τα ίχνη είναι ρωγμές πάνω στο σώμα των πραγμάτων απ’ όπου διαφαίνεται η μορφή Εκείνου. Ο τόπος γίνεται έτσι ένας τόπος αποκάλυψης, ένας τόπος διάνοιξης των μορφών. Μια προοπτική που εγκαταλείπει και τον Ιμπν Γιακζάν, αποσβολωμένον, στη σαγήνη της αναμονής Του. Σε μια γρηγορούσα αναμονή που τον διαγράφει ως φάντασμα μέσα στον κόσμο. Αυτό το φάντασμα που αντίκρυσαν οι άνθρωποι όταν ο Άμπσαλ, ένας πιστός που αναζήτησε την μοναχική ζωή στη νήσο του Ιμπν Γιακζάν, τον έφερε στον κόσμο για να τους κηρύξει την αλήθεια του Θεού. Το ίδιο φάντασμα που αντίκρυσε κι ο ίδιος ο Άμπσαλ όταν πρωτόδε τον Ιμπν Γιακζάν στη νήσο της θέωσής του. Ένα σκάνδαλο μέσα στον κόσμο, μιαν ακατανόητη γλώσσα, μία γλώσσα μυστική.
   Το ακατάτακτο κείμενο του Ιμπν Τουφάυλ επιχειρεί να γράψει το όνομα του Θεού μέσα στο κείμενο του κόσμου, να υπαγορεύσει ως γλώσσα αυτό που παραμένει στα χείλη των ανθρώπων μιαν αλαλία. Αλλά αν το θεϊκό είναι «νόησις νοήσεως», όπως θέλει ο Αριστοτέλης, τότε ο Ιμπν Τουφάυλ δεν μπορεί να κάνει τίποτε άλλο απ’ το να επιχειρεί συνεχώς, μέσω του λόγου και των επιστημών του, να προφέρει αυτή τη σιωπή, να διαυγάσει αυτή την απορία του νου, να την ανιχνεύσει στο ανάγλυφο των πραγμάτων, όπως ακριβώς έκανε και ο νεαρός Ιμπν Γιακζάν της διήγησής του. Είναι χαρακτηριστική η ορολογία που χρησιμοποιεί στο κείμενο του για να περιγράψει θαυμαστά γεγονότα, όπως για παράδειγμα τη γέννηση της ζωής από μία λάσπη πυρωμένη στον ήλιο: «Η μάζα αυτή του πηλού εξαιτίας της παχύρευστης σύστασής της δημιούργησε ατμό, σαν να βρισκόταν σε βρασμό. Στον πυρήνα της έκανε την εμφάνισή του ένα πολύ μικρό εξόγκωμα από παχύρευστο υλικό, χωρισμένο στα δύο από μια πολύ λεπτή μεμβράνη, και γεμάτο από ένα ελαφρύ ατμώδες σώμα σε εξαιρετικά εύκρατη και πρόσφορη κατάσταση». Όλο το κείμενό του είναι μια σειρά τέτοιων αντιστοιχιών που υπαγορεύουν το άρρητο μέσα στο λόγο των πραγμάτων, αυτή τη μυστική θεώρηση του κόσμου. Προς το κλείσιμο της διήγησής του ο Ιμπν Τουφάυλ μαρτυρά μάλιστα κι όλο το εύρος του εγχειρήματός του: «Με το να μιλήσω ανοιχτά γι’ αυτά τα ζητήματα έχω παραβεί τις εντολές των δίκαιων προκατόχων μας, οι οποίοι με φειδώ απέφευγαν να μιλήσουν γι’ αυτόν». «Μολοταύτα δεν έχω αφήσει τα μυστικά που εκτίθενται σε τούτες τις λιγοστές σελίδες δίχως κανένα πέπλο – ένα πέπλο διάφανο, που είναι εύκολο να διατρηθεί απ’ όσους είναι κατάλληλοι να το κάνουν, αλλά που ενδέχεται να είναι πυκνό για όσους είναι ανάξιοι να προχωρήσουν πιο πέρα, ώστε να μην το διαπεράσουν ποτέ».


Μια συνοπτική εκδοχή του κειμένου δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή 26/8/2018

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου